Όταν οι μέλισσες συλλέγουν νέκταρ, φυσικούς χυμούς και εκκρίσεις που μεταφέρουν στην κυψέλη τους, εμπλουτίζουν με δικές τους ουσίες, αποθηκεύουν στις κηρήθρες τους, ωριμάζουν και στη συνέχεια σφραγίζουν, τότε μας δίνουν ένα υψηλής θρεπτικής αξίας προϊόν κατευθείαν από τη φύση. Τα συστατικά αυτου του προϊόντος είναι υδατάνθρακες, οργανικά οξέα, πρωτεΐνες και αμινοξέα, μεταλλικά άλατα, ένζυμα, βιταμίνες κ.ά.
Πρόσφατες επιστημονικές έρευνες επιβεβαιώνουν τη βακτηριοστατική δράση του μελιού και δικαιώνονται πρακτικές που χρησιμοποιούνταν από την εποχή του Ιπποκράτη ακόμα.
Χαρακτηριστικά
Το χρώμα και η γεύση του μελιού είναι βασικά χαρακτηριστικά τα οποία συνδυάζονται με το άρωμα και τη γενική του ποιότητα.
Εξαρτώνται άμεσα από τα φυτά από τα οποία συλλέχτηκε το μέλι.
Η πλούσια Ελληνική φύση δίνει μέλι άριστης ποιότητας με υπέροχη γεύση και άρωμα και αποχρώσεις που κυμαίνονται από το διαφανές κίτρινο, κεχριμπαρένιο, φαιό μέχρι και σχεδόν μαύρο.
Το μέλι μπορεί να αποθηκευτεί για χρόνια σε χαμηλή θερμοκρασία και σχετική υγρασία, προστατευμένο από το φως και μακριά από οσμές.
Γιατί κρυσταλλώνει
Η κρυστάλλωση του μελιού είναι μια φυσική ιδιότητά του και σαν φυσική διαδικασία δεν προκαλεί καμία αλλαγή στις θρεπτικές και βιολογικές του ιδιότητες.
Κάθε είδος μελιού έχει διαφορετική τάση για κρυστάλλωση η οποία εξαρτάται κυρίως από τη σύστασή του και τη φυτική του προέλευση. Για παράδειγμα, το μέλι από θυμάρι κρυσταλλώνει σε έξι μήνες έως δύο χρόνια από τη συλλογή του ενώ το μέλι του ελάτου μένει ρευστό για χρόνια.
Στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα, το μέλι κρυσταλλώνει πιο εύκολα.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, μπορούμε να ξεπαγώσουμε το μέλι με τη μέθοδο bain-marie, σε θερμοκρασία 40-45 C. Λίγη ώρα είναι αρκετή για να λιώσουν οι κρύσταλλοι, χωρίς καμία αλλοίωση στις βιολογικές και θρεπτικές του ιδιότητες.